Page 58 - ESOP BOOKLET DIGITAL Final
P. 58
Πρόταση ομάδας ομοφωνίας:
—Χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής σε όλους τους ασθενείς με έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου που υποβάλλονται σε κυστεοσκόπηση.
— Πρώτη επιλογή αποτελεί η χορήγηση μίας δόσης φωσφομυκίνης πρίν ή μετά τη διενέργεια της κυστεοσκόπησης.
Πρόταση ομάδας ομοφωνίας:
— Να εφαρμόζονται οι παράγοντες-συνθήκες που βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα της έγχυσης της αναισθητικής γέλης.
— Η έγχυση οποιασδήποτε γέλης είναι ασφαλής, επιτυγχάνει τη λίπανση της ουρήθρας και αποτελεί προσωπική επιλογή του ιατρού.
— Η έγχυση αναισθητικής γέλης συμβάλλει στη μείωση του πόνου.
Πρόταση ομάδας ομοφωνίας:
Η ομάδα ομοφωνίας θεωρεί ότι η κυστεοσκόπηση (έυκαμπτη ή άκαμπτη) είναι μια ελάχιστα επεμ- βατική πράξη, με μικρό κίνδυνο περιεγχειρητικής αιμορραγίας και μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη διακοπή της αντιπηκτικής αγωγής, εκτός εάν πρόκειται να πραγματοποιηθεί κάποια παρέμβαση που μπορεί να προκαλέσει ρήξη της συνέχειας του βλεννογόνου.
58
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10
ΚΥΣΤΕΟΣΚΟΠΉΣΉ
που έχουν μελετηθεί περισσότερο είναι αυτά με αναισθητικό. Μια ανασκόπηση της βιβλιογραφίας έδειξε ότι οι παράγοντες που βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα (μειώνουν την αίσθηση του πόνου και αυξάνουν την αντοχή των ασθενών) είναι [11]:
― θερμοκρασία της γέλης άνω των 40C
― αργή και σταθερή έγχυση σε χρονικό διάστημα >10 δευτερολέπτων
― όγκος της εγχυόμενης αναισθητικής γέλης >20 ml
― συνολικός χρόνος έκθεσης 10-20 min πριν την κυστεοσκόπηση.
Σύμφωνα με πρόσφατη μετα-ανάλυση ασθενών που υποβλήθηκαν σε εύκαμπτη κυστεοσκόπηση με τη χρήση διαφόρων τοπικών ενδοουρηθρικών παραγόντων (λιδοκαΐνη ή απλό λιπαντικό μέσο), η ενδοουρηθρική έγχυση λιδοκαΐνης φαίνεται πως μειώνει σημαντικά το άλγος [12].
ουροπάθεια. Επίσης, έχουν προσδιοριστεί γενικοί παράγοντες κινδύνου, όπως η μεγάλη ηλικία, η υποθρεψία, η ανοσοανεπάρκεια, η χρόνια λήψη κορτικοστεροειδών, ο σακχαρώδης διαβήτης, το κάπνισμα, η υπερβολική παχυσαρκία, η συν- υπάρχουσα λοίμωξη σε απομακρυσμένη θέση και ανατομικές ανωμαλίες.
Η ομάδα ομοφωνίας λαμβάνει υπ' όψιν τους παρά- γοντες κινδύνου που απαντώνται σχεδόν σε ένα σημαντικό ποσοστό των ασθενών που υποβάλλονται σε κυστεοσκόπηση, την αυξημένη ανθεκτικότητα των συνηθέστερων ουροπαθογόνων στις κινολόνες, στους συνδυασμούς τριμεθοπρίμης-σουλφομεθοξαζόλης, αμοξυκιλλίνης-κλαβουλανικού, και τον αυξημένο κίνδυνο πρόκλησης νεφρικής ανεπάρκειας από τη χορήγηση αμινογλυκοσίδης.
05. Χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής
Η αναγκαιότητα χορήγησης αντιβιοτικής αγωγής πριν ή μετά την κυστεοσκόπηση αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης της ομάδας ομοφωνίας. Τα χαμηλά ποσοστά ουρολοιμώξεων μετά από κυστεοσκόπηση (1.9-3%), από τη μία, και τα αντικρουόμενα αποτελέσματα διαφόρων μελετών, από την άλλη, καθιστούν τη χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής αντικείμενο έρευνας. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής αλλά και της Αμερικανικής Ουρολογικής Εταιρείας [9] [13], δεν συστήνεται η χορήγηση προφυλακτικής αντιβιοτικής αγωγής, καθώς ο κίνδυνος ανάπτυξης συμπτωματικών λοιμώξεων του κατώτερου ουροποιητικού μετά από αυτή την επέμβαση σε αναπτυγμένες χώρες είναι πολύ μικρός, σε σύγκριση με τον κίνδυνο ανάπτυξης ανθεκτικών μικροβιακών στελεχών μετά από την αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών (LoE 1a, strong recommenda- tion). Παρ' όλα αυτά, οφείλουμε να αναφέρουμε ότι έχουν αναγνωριστεί παράγοντες κινδύνου, όπως η παρατεταμένη νοσηλεία προ της κυστεοσκόπησης, η βακτηριουρία, η ύπαρξη μόνιμου καθετήρα και το ιστορικό υποτροπιαζουσών λοιμώξεων ουροποιητικού. Άλλοι ειδικοί παράγοντες κινδύ- νου που σχετίζονται με αυξημένο βακτηριακό φορτίο είναι η λιθίαση και η αποφρακτική
06. Διακοπή αντιθρομβωτικής αγωγής
Ένα σημαντικό μέρος των ασθενών που πρόκειται να υποβληθούν σε κυστεοσκόπηση είναι μεγάλης ηλικίας, πάσχουν από διάφορα καρδιαγγειακά νοσήματα και λαμβάνουν αντιπηκτική αγωγή (ασενοκουμαρόλη, ασπιρίνη, αντιαιμοπεταλιακά).
Δεν υπάρχουν ξεκάθαρες οδηγίες τόσο από την Ευρωπαϊκή Ουρολογική Εταιρεία όσο και από την Αμερικανική Ουρολογική Εταιρεία που να αφορούν τη διαχείριση ασθενών οι οποίοι λαμβάνουν αντιπη- κτική ή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή και πρόκειται να υποβληθούν σε κυστεοσκόπηση. Η κυστεοσκόπηση όπως και η ουρητηροσκόπηση ταξινομούνται ως χαμηλού κινδύνου επεμβάσεις βάσει της ελάχιστα επεμβατικής τους φύσης και ο κίνδυνος περιεγχειρητικής αιμορραγίας είναι χαμηλός. Με βάση τη βιβλιογραφία, η απόφαση για τη συνέχιση ή τη διακοπή της αντιθρομβωτικής θεραπείας πρέπει να βασίζεται στον βαθμό κινδύνου εμφάνισης περιεγχειρητικής αιμορραγίας της κάθε επέμβασης και στον κίνδυνο εμφάνισης θρομβοεμβολικών επεισοδίων για κάθε ασθενή [14][15][16].
ΑΘ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Κ. ΕΥΜΟΡΦΟΠΟΥΛΟΣ