Page 41 - ESOP BOOKLET DIGITAL Final
P. 41

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 07
ΟΥΡΟΡΟΟΜΕΤΡΙΑ ΚΑΙ ΥΠΟΛΕΙΠΟΜΕΝΟ ΜΕΤΑ ΤΉΝ ΟΥΡΉΣΉ
 πλησιέστερη ακέραιη τιμή για τη ροή και στα πλησιέστερα 10 ml για τον παρεχόμενο όγκο. Για παράδειγμα, καταγραφή από τη συσκευή μέγιστης ροής 16,6 ml/sec και αποβαλλόμενου όγκου 187 ml πρέπει να αναφέρεται ως Qmax: 17 ml/sec και Voided volume: 190 ml. Οι επικαιροποιημένες κατευθυντήριες οδηγίες της ICS για τις επιδόσεις του ουροδυναμικού εξοπλισμού του 2014 [6] αναγνωρίζουν μεγαλύτερη ακρίβεια για τα ροόμετερα σε σχέση με το παρελθόν, αλλά δεν αναφέρουν πρόταση για αλλαγή στις συγκεκριμένες οδηγίες του 2002 [7].
― Γιαναείναιοιαναφερόμενεςκαμπύλεςαξιόπιστες, αναπαραγώγιμες και εύκολες στην ανάγνωσή τους, πρέπει πάντα να γίνεται διόρθωση επαρμάτων από τεχνικά σφάλματα (artifacts) είτε από το λογισμικό του ροόμετρου είτε με το χέρι από τον εξετάζοντα. Και στις δύο περιπτώσεις εφαρμόζεται ο κανόνας των 2 sec: οποιαδήποτε μεταβολή της ροής που καταγράφεται ως θετικό ή αρνητικό έπαρμα με διάρκεια μικρότερη των 2 sec πρέπει να αφαιρείται ως artifact και η καμπύλη της ροής να ομαλοποιείται. Η αυτοματοποιημένη ανάλυση των παραμέτρων του ροογράμματος πρέπει να ελέγχεται με επισκόπηση της καμπύλης ούρησης, να γίνεται αφαίρεση των λαθών (artifacts) και να καταγράφεται/τεκμηριώνεται ο έλεγχος αυτός.
Β. ΥΠΟΛΕΙΠΟΜΕΝΟ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΟΥΡΗΣΗ
1. Ορισμοί
― Στο πλαίσιο συστηματικής διαγνωστικής προ- σέγγισης σε άνδρες ασθενείς με συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό (Βαθμός Σύστασης: Ασθενής) [1].
― Σε άντρες με συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό, κατά την τακτική παρακολούθηση για αποφυγή οξείας επίσχεσης ούρων (Επίπεδο τεκμηρίωσης: 3).
― Σε γυναίκες με συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό κατά τη διάρκεια της αρχικής διερεύνησης, με τη χρήση υπερήχων (Βαθμός Σύστασης: Ισχυρός).
― Σε γυναίκες που λαμβάνουν αγωγή η οποία μπορεί να προκαλέσει ή να επιδεινώσει δυσχέρεια κένωσης, θα πρέπει να γίνεται παρακολούθηση του υπολείμματος (Βαθμός Σύστασης: Ισχυρός)[3].
― Σε ασθενείς με νευρογενή κύστη ως μέρος της αρχικής διαγνωστικής προσέγγισης καθώς και της τακτικής παρακολούθησης και πρέπει να προηγείται της επεμβατικής ουροδυναμικής μελέτης (Βαθμός Σύστασης: Ισχυρός) [2].
3. Μέθοδος μέτρησης
Η μέτρηση του υπολείμματος ούρων μπορεί να γίνει με επεμβατικές και μη επεμβατικές μεθόδους. Οι επεμβατικές μέθοδοι περιλαμβάνουν τον εκκενωτικό καθετηριασμό και την ενδοσκόπηση. Οι μη επεμβατικές περιλαμβάνουν ραδιοïσοτοπικές/ακτινοσκοπικές μεθό- δους (αναφέρονται για ιστορικούς μόνο λόγους αφού πλέον δεν χρησιμοποιούνται) και υπερηχογραφία. Η υπερηχογραφική μέτρηση του υπολείμματος μπορεί να γίνει με κλασική υπερηχογραφία (διακοιλιακή κυρίως αλλά και ενδοορθική ή διακολπική) ή και με τη χρήση αυτόματων φορητών συσκευών. Η ακρίβεια των αυτόματων φορητών συσκευών (bladder scanner) υπολογίζεται σε 85-94% [9]. Αν και η ακρίβεια του εκκενωτικού καθετηριασμού θεωρείται «δεδομένη» και η χρυσή σταθερά με την οποία θα πρέπει να συγκρίνονται οι υπόλοιπες μέθοδοι, ανακριβείς μετρήσεις δεν αποκλείονται. Πρέπει να γίνεται σταδιακή απόσυρση/περιστροφή του καθετήρα με ή χωρίς ήπια αναρρόφηση για πληρέστερη μέτρηση του υπολείμματος.
 Πρόταση ομάδας ομοφωνίας:
Υπολειπόμενο ούρησης είναι ο όγκος ούρων που παραμένει στην κύστη μετά την ούρηση (περιλαμβάνει και τα ούρα που παραμένουν σε τυχόν εκκολπώματα) [10]. Εκτός από τον όρο «υπολειπόμενο ούρησης», χρησιμοποιούνται καθημερινά διάφοροι όροι, για να περιγράψουν το ποσό των ούρων στην κύστη μετά την ούρηση, όπως «υπολειπόμενο ούρων (μετά την ούρηση)» και «υπόλειμμα ούρων (μετά την ούρηση)». Οι όροι αυτοί θεωρούνται εξίσου δόκιμοι και η χρήση τους εξαρτάται από την προτίμηση του ουρολόγου.
2. Ενδείξεις
Σύμφωνα με την ICS, η μέτρηση του υπολείμματος ούρων πρέπει να γίνεται σε κάθε περίπτωση που εκτελείται ουροροομετρία ως μέρος της βασικής διαγνωστικής προσέγγισης των συμπτωμάτων από το κατώτερο ουροποιητικό είτε πρόκειται για συμπτώματα αποθήκευσης είτε κένωσης. Πρέπει επίσης να εκτελείται ως μέτρο ασφάλειας/ αποτελεσματικότητας κατά την παρακολούθηση θεραπειών που πιθανώς το επηρεάζουν (π.χ. χορήγηση αντιμουσκαρινικών σε άτομα με γνωστό υποκυστικό κώλυμα). Ειδικότερα, σύμφωνα με τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ουρολογικής Εταιρείας, μέτρηση του υπολείμματος ούρων πρέπει να γίνεται:
 Πρόταση ομάδας ομοφωνίας:
Οι επεμβατικές μέθοδοι μέτρησης ενδείκνυνται επί μη διαθεσιμότητας υπερήχων ή όταν συντρέχουν άλλοι λόγοι για την εκτέλεσή τους (π.χ. ενδείξεις για ενδοσκόπηση ουροποιητικού ή λήψη δείγματος ούρων απευθείας από την κύστη).
 ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΤΩΤΕΡΟ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 41
Τα αποτελέσματα μελετών που εξέτασαν ποια είναι η καλύτερη μέθοδος για τον υπολογισμό του υπολειπόμενου όγκου ούρων έχουν οδηγήσει στην ομόφωνη άποψη ότι η καλύτερη μέθοδος είναι η υπερηχοτομογραφία [Expert Opinion].
 













































































   39   40   41   42   43